- ἐμβρόντητα
- ἐμβρόντητοςthunderstruckneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐμβρόντητ' — ἐμβρόντητα , ἐμβρόντητος thunderstruck neut nom/voc/acc pl ἐμβρόντητε , ἐμβρόντητος thunderstruck masc/fem voc sg ἐμβρόντητι , ἐμβροντάομαι pres ind act 3rd sg (doric) ἐμβρόντητε , ἐμβροντάομαι pres imperat act 2nd pl ἐμβρόντητε , ἐμβροντάομαι… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)